BLACK YET FULL OF STARS

Οι Black Yet Full Of Stars είναι ένα σχήμα που ανήκει στον χώρο του power metal με έντονο το συμφωνικό στοιχείο. Περισσότερα για το ντεμπούτο τους, αλλά και για το πώς βρέθηκαν στο δρόμο μου μπορεί να διαβάσει κανείς στην παρουσίαση του άλμπουμ (link). Ο Περικλής Ρούσσης (τύμπανα) σε μια από τις πρώτες του συνεντεύξεις στον ελληνικό τύπο, αφού η μπάντα έχει ακόμη σχεδόν μηδενική προβολή στην χώρα μας, σχολιάζει πως γνωρίστηκε με τους 2 Ιταλούς – πυρήνες του γκρουπ, πως προστέθηκε ο Αμερικανός τραγουδιστής, το παρθενικό τους άλμπουμ, τις επιρροές τους και άλλα πολλά, σε αυτή την πρώτη μας επαφή…

Καλησπέρα Περικλή, ένας αμερικανός, δυο Ιταλοί κι ένας Έλληνας, όχι δεν είναι το ξεκίνημα από κάποιο ανέκδοτο, αλλά η σύνθεση των Black Yet Full Of Stars! Στην εποχή μας είναι φυσικά συνηθισμένο το να υπάρχει ετερόκλητη καταγωγή στα μέλη μιας μπάντας, αλλά πες μου πως ξεκίνησε η όλη φάση στην δική σας περίπτωση; Νομίζω πως υπεύθυνος είναι ο Carlo Dini (κιθάρες), σωστά;
Καλησπέρα Γιάννη, είναι περίεργο κάθε φορά που το λέω και το σκέφτομαι, αλλά όντος μοιάζει με ανέκδοτο που περιμένει κανείς ν’ ακούσει για τον Πόντιο στο τέλος. Η φάση μας ξεκίνησε στην Ιταλία και ποιό συγκεκριμένα στο Ουρμπίνο όπου εγώ είχα πάει για σπουδές στην φαρμακευτική, αλλά παράλληλα δεν εγκατέλειψα πότε το πάθος μου να παίζω μουσική. Σε επαφή με τα παιδιά μας έφερε ο τότε δάσκαλος μου στα drums Federico Fazi. Όλα ξεκίνησαν από τον Carlo (lead κιθάρες-ενορχηστρωτή-στιχουργό) του δίσκου όπως πολύ σωστά είπες, το project αυτό το ξεκίνησε στα 19 του μαζί με τον φίλο και κιθαρίστα Marco Caiterzi (δεύτερες κιθάρες), το 2013 μπήκα και εγώ στο παιχνίδι και από τότε ξεκινήσαμε να δουλεύουμε τα κομμάτια και με την ολοκλήρωση της σύνθεσης βρήκαμε μέσω διαδικτύου τον Dave και ολοκληρώσαμε αυτό που είχαμε στο μυαλό μας σαν αποτέλεσμα.

Πώς δουλέψατε στην πορεία μέχρι την ολοκλήρωση του άλμπουμ; Σου ζητούσαν κάποια πράγματα κι έμπαινες και τα ηχογραφούσες, έστελνες εσύ κάποιες ιδέες και περίμενες το feedback; Δώσε μας μια γεύση γενικότερα από την διαδικασία της δημιουργίας…
Ξεκινήσαμε πολύ δύσκολα, μη έχοντας εγώ έναν χώρο για τα drums και κάνοντας εξάσκηση όσο το δυνατόν περισσότερο για να μπορέσω να ανταποκριθώ στις απαιτήσεις του δίσκου. Είχαμε βάλει ένα πολύ μικρό σετ στο υπόγειο του Marco και ξεκινήσαμε να δουλεύουμε πάνω στο “Face to face”, στη συνέχεια βρήκαμε έναν καλύτερο χώρο στην βιομηχανική ζώνη της περιοχής ώστε να μπορέσουμε να προβάρουμε περισσότερο και πάνω όλα για να είμαστε όλοι μαζί. Όσο δουλεύαμε πάνω στα κομμάτια άλλαζαν πολλά, πάνω στους ρυθμούς των drums σχεδόν όλα, μας πήρε γύρω στα δυο με δυόμιση χρόνια η όλη σύνθεση συνδυαστικά με μαθήματα παρακολουθήσεις, χωρίς να χάσουμε πότε όμως τον στόχο. Αυτό που έλειπε ήταν η φωνή που ακόμα δεν είχαμε και μετά από αρκετό ψάξιμο στο διαδίκτυο και έχοντας επικοινωνήσει με αρκετούς τραγουδιστές διαλέξαμε την φωνή που πιστεύαμε πώς ήταν κοντά στα δικά μας θέλω, τον Dave.

Οι ηχογραφήσεις συνέπεσαν με την στρατιωτική σου θητεία, από ότι διάβασα στην σελίδα της μπάντας και για ένα μικρό διάστημα ανέλαβε τα τύμπανα ο Nicola Rinolfi. Πως ακριβώς συνεργαστήκατε σε αυτές τις μεταβάσεις και τελικά ποιον ακούμε που στο άλμπουμ;
Οι ηχογραφήσεις… Ένα ακόμα περίπλοκο κομμάτι… Όταν τελειώσαμε με την σύνθεση βρήκαμε διάφορα άλλα προβλήματα μπροστά μας. Τελειώνοντας το Πανεπιστήμιο και μην έχοντας πολύ χρόνο για την λήξη της αναβολής για την στρατιωτική θητεία, έπρεπε να γυρίσω για να τελειώσει ο δίσκος. Αναγκαστήκαμε να χρησιμοποιήσουμε την δύναμη της τεχνολογίας, έτσι γράψαμε τα drums μέσω προγραμμάτων και ο Nicola Rinolfi ως καλός φίλος του group, παιδικός φίλος του Carlo, μας βοήθησε στις ηχογραφήσεις των πιάτων, ενώ ο Carlo από την μεριά του αναγκάστηκε να ηχογραφήσει το μπάσο μετά την αποχώρηση του, έως τότε, μπασίστα Ramon Fabrizioli.

Ανήκετε στο ευρύ φάσμα του συμφωνικού προοδευτικού power metal, που  χτυπάει όμως η καρδιά του σχήματος; Αυτό το ευρύ πεδίο ήταν κάτι που επιδιώχθηκε λόγω ποικιλομορφίας στα ακούσματα, ή προέκυψε στην διαδικασία λόγω της “ποικιλοκουλτούρας” που υπάρχει στην σύνθεση των μελών;
Βασικά το αποτέλεσμα που έχει προκύψει είναι λόγο των διαφορετικών ακουσμάτων που είχε ο καθένας στο group, που ξεκινάνε από ακραίο metal και φτάνουν στην κλασική μουσική και το λάτιν. Έχουμε βαρεθεί πιστεύω όλοι αυτό το κλασικό γλυκανάλατο power metal με φωνητικά χαρακτηριστικά του είδους και χαρούμενα riff, από την άλλη στιχουργικά θέλουμε να αναδείξουμε κάποια θέματα σοβαρά, έναν θυμό για το πρέπει και το θέλω του κάθε ενός από εμάς, οπότε θέλαμε και η μουσική πού πλαισιώνει τους στίχους να αποπνέει ένα συναίσθημα οργής πού ξεσπάει.

Η συνεργασία σας με την Rockshots πως προέκυψε και πως εξελίχθηκε; Θα συνεχίσετε μαζί της;
Ο μάνατζερ του group τυγχάνει να είναι μέλος αυτής της δισκογραφικής και όταν είχαμε πλέον την δουλειά έτοιμη και ξεκινήσαμε να σκεφτόμαστε πού και πώς θα στέλναμε τον δίσκο, μας πρότειναν ένα πολύ καλό συμβόλαιο που σπανίζει στις μέρες μας για συγκροτήματα του είδους και έτσι δεχτήκαμε. Είμαστε πολύ ευχαριστημένοι προς το παρόν με την δουλειά της Rockshots αλλά δεν μπορώ να μιλήσω για το μέλλον.

Παρότι στο εξωτερικό έχει αρχίσει να ασχολείται αρκετά ο τύπος μαζί σας στην Ελλάδα έχετε σχεδόν περάσει απαρατήρητοι. Που πιστεύεις ότι οφείλεται αυτό και πως θα το αντιμετωπίσετε;
Η αλήθεια είναι πώς το μόνο που με δυσαρεστεί από το promotion της δισκογραφικής είναι αυτό. Στην Ελλάδα ακόμα ο δίσκος δεν υπάρχει, παρότι υπάρχει σε Αμερική και Ιαπωνία, αυτός είναι ο ένας λόγος και ο άλλος είναι το ότι ακόμα δεν έχουμε την δυνατότητα να τον παίξουμε live καθώς βρισκόμαστε διασκορπισμένοι ανά τον κόσμο και προς το παρόν για εμάς αυτός είναι ο κύριος στόχος.

Ας πάω την κουβέντα στις επιρροές. Η πρώτη μπάντα που μου έρχεται στο μυαλό ακούγοντας το δισκάκι σας, είναι οι Symphony X της τελευταίας τους περιόδου με τις βαρύτερες παραγωγές στο ρυθμικό μέρος και το riffing, από εκεί και πέρα θα ανέφερα τους Mob Rules, Borealis, Θες να μου μιλήσεις για τις δικές σου ρίζες, όσο και των συμπαικτών σου;
Η αλήθεια είναι πώς κατά την περίοδο της σύνθεσης περισσότερο άκουγα Angra, Pantera, Ark, Kreator και Symphony X πολύ ποιό λίγο. Οι επιρροές των υπολοίπων ξεκινάνε από κλασικά group όπως Metallica, Megadeth, Rammstein, Manowar, Nightwish,Deep purple, Queen, Led zepelin και άλλα. Επίσης επιρροές από κλασσικούς συνθέτες όπως π.χ. Beethoven, Mozart, Chopin.

Υπάρχει τελικά η προοπτική μέσα από τα σχέδια της μπάντας για κάποιες ζωντανές εμφανίσεις;
Οι live εμφανίσεις είναι ο κύριος στόχος του συγκροτήματος και προσπαθούμε με κάθε τρόπο να φτάσουμε σε αυτόν, ωστόσο δεν μπορώ ακόμα να προσδιορίσω το πότε και το πού.

Διδάσκεις τύμπανα, σωστά; Στην προσωπική σου καριέρα υπάρχουν άλλες συνεργασίες στον χώρο, ή κάποια σχετική προοπτική;
Μέχρι στιγμής έχω περιοριστεί στην διδασκαλία τού οργάνου, την προσωπική μελέτη και εξάσκηση και στο project των BYFOS και δεν έχω συμμετάσχει σε άλλη μπάντα.

287