DEFTONES

…WE ARE THE LEADERS

Σχολική τσάντα στην πλάτη, skateboard στο χέρι, μισοδιαλυμένα παπούτσια και στο Walkman τέρμα μουσική που να σε κουφαίνει καθώς κατευθύνεσαι προς το πάρκο. Έχεις περάσει τη φάση του κολλήματος όπου θεωρείς ότι οι Pantera και οι Rage Against The Machine παίζουν μουσική για πηθίκια και έχεις αποφασίσει ότι μπορείς να ακούς metal αλλά παράλληλα να δέχεσαι και τα πιο groovy είδη που ξεπετάγονται από τα τέλη των 80’s (βλ. crossover).

Έχοντας κάνει ένα ακόμη βήμα μπροστά ανέχεσαι ακόμη και την πιτσιρικαρία που σκάει μύτη από διάφορες γωνιές της Αμερικής και προκαλεί το παραδοσιακό metal κοινό και τους “κολλημένους” παρουσιάζοντας κάτι που άλλοι το χαρακτηρίζουν εξέλιξη σε ένα είδος που επαναλαμβάνεται, και άλλοι ξεπούλημα. Πολύ απλά θα το χαρακτήριζα (σήμερα) έναν άλλο τρόπο έκφρασης μέσα από τον σκληρό ήχο. Στο φορητό τότε έπαιζε Deftones και το μαγικό της όλης υπόθεσης είναι ότι και σήμερα (mp3 player πλέον, όχι κασετόφωνο) παίζει πάλι Deftones. 20 χρόνια μετά συνεχίζεις να ακούς, να θαυμάζεις και να υποκλίνεσαι σε μία από τις πιο ολοκληρωμένες, δημιουργικές και αληθινές μπάντες που έβγαλε ο σκληρός ήχος. Μία μπάντα στην οποία υποκλίνονται οι μεταλλάδες, οι εναλλακτικοί, οι μάγκες, οι φλώροι, οι γκόμενες, ΌΛΟΙ. Μια παρέα 4 φίλων τότε  με αγάπη την μουσική, το skateboarding και την ανάγκη για έκφραση δημιούργησε μια παρέα εκατομμυρίων ανθρώπων σήμερα που εμπνέονται από την μουσική τους και θαυμάζουν το ταλέντο και την αμεσότητά τους.

Μια παρέα φίλων λοιπόν, στις αρχές του ’90 αποφασίζει να παίξει μουσική συνδυάζοντας το metal και το rap εμπλουτισμένα με πολύ ενέργεια και ακολουθώντας κατά κάποιο τρόπο τις συνταγές που άλλοι είχαν ήδη μαγειρέψει στις αρχές τις δεκαετίας. Η επιτυχία της συνταγής τους όμως δεν είναι άλλη από την ξεχωριστή τους προσωπικότητα. Τίποτα δεν θυμίζει Deftones, τίποτα δεν ακούγεται σαν Deftones και ακόμη και τότε ήταν δύσκολο να τους κατηγοριοποιήσεις σε κάποιο είδος (σήμερα είναι ηλίθιο ακόμη και να σκεφτείς να το κάνεις).

Μπορεί η μπάντα να συστάθηκε στο μακρινό 1988 αλλά η πρώτη τους δισκογραφική δουλειά κυκλοφόρησε 7 χρόνια μετά, στις 3 Οκτωβρίου 1995. Το “Adrenaline” ήταν απλά η πρώτη απόδειξη ότι οι Deftones διέθεταν ποιότητα και ότι θα περιμέναμε κάτι πολύ μεγάλο από αυτούς στο μέλλον. Χωρίς καμία ραδιοφωνική υποστήριξη αλλά με αδιάκοπο touring και προσωπική προσπάθεια το album κατάφερε να δημιουργήσει ένα μεγάλο πυρήνα οπαδών για την μπάντα και η είσοδος στα charts μόνο τυχαία δεν μπορούσε να χαρακτηριστεί. Οι κριτικές εκθείαζαν τη στιβαρότητα και τη διαφορετικότητα που είχε να επιδείξει το “Adrenaline” και ο δρόμος της επιτυχίας και της αναγνώρισης έμοιαζε να είναι στρωμένος με ροδοπέταλα.

Μία επιτυχία που δεν άργησε καθόλου να έρθει. Δύο χρόνια μετά κυκλοφορεί η δεύτερη δισκογραφική τους δουλειά που φέρει τον τίτλο “Around The Fur” και σταματούν να υπάρχουν αμφιβολίες και ερωτηματικά για το μέλλον της μπάντας. Απευθείας είσοδος στα charts, τα χιτάκια “My Own Summer (Shove It)” και “Be Quiet and Drive (Far Away)” προβάλλονται ανελλιπώς στο MTV, οι πωλήσεις εκτοξεύονται και οι Deftones σταματούν να είναι ακόμη και για μερικούς κολλημένους απλά ένα μάτσο σχολιαρόπαιδα που γκαρίζουν και χοροπηδάνε. Η συνεργασία με τον Max Cavalera στο κομμάτι “Headup” και η συμμετοχή με το κομμάτι “My Own Summer (Shove It)” στο soundtrack της ταινίας Matrix βοήθησαν επιπροσθέτως την δημοτικότητα της μπάντας η οποία περιόδευσε σε Ευρώπη, Αμερική και Αυστραλία όντας πλέον ένα αξιοπρόσεκτο όνομα και έχοντας δημιουργήσει έναν μεγάλο όγκο οπαδών.

Το “Around The Fur” έμοιαζε ένα μεγάλο βήμα μουσικά για τους Deftones τόσο σε επίπεδο σύνθεσης όσο και σε επίπεδο παραγωγής. Περισσότερα στοιχεία και πολυπλοκότητα, μεγαλύτερος πλουραλισμός και ωριμότητα στα φωνητικά, ακόμη περισσότερος πειραματισμός στο ρυθμικό κομμάτι και μία άρτια παραγωγή που άφηνε την αίσθηση του ζωντανού να πλανάτε χωρίς να κάνει το τελικό αποτέλεσμα να μοιάζει φτωχό ή ρηχό.

Η αρχή της νέας χιλιετίας ξεκινάει για τους Deftones και για τους φίλους της μουσικής με έναν δίσκο που μόνο οι ίδιοι οι Deftones νομίζω ότι ήξεραν ότι έχουν τις δυνατότητες να κυκλοφορήσουν ένα τέτοιο διαμάντι. Το “White Pony” βγήκε στις 20 Ιουνίου του 2000 άφησε πολύ κόσμο με το στόμα ανοιχτό και ακόμη και σήμερα που το ακούς για χιλιοστή φορά εντυπωσιάζεσαι και πωρώνεσαι. Τεράστια βήματα μπροστά που συμπύκνωναν όλα τα στοιχεία που μας είχαν δείξει τα προηγούμενα χρόνια εμπλουτισμένα με μουσικούς πειραματισμός που άλλαζαν εντελώς το ύφος της μπάντας και έκαναν ακόμη πιο χαρακτηριστικό τον ήχο τους.

Οι Deftones δεν φοβήθηκαν να πειραματιστούν με τη μουσική τους και το αποτέλεσμα τους δικαίωσε απόλυτα. Η αναγνώριση ήταν άμεση και ο δίσκος έγινε πλατινένιος χωρίς πολύ κόπο. Σημαντικό ρόλο παίζει και το πέμπτο πλέον μέλος της μπάντας (Frank Delgado) με τα samples και τα synths δημιουργεί νέες καταστάσεις στην μουσική των Deftones. Το “White Pony” ήταν σίγουρα μέχρι εκείνη την περίοδο η πιο ώριμη (μουσικά και στιχουργικά) δουλειά της μπάντας και το ερώτημα ήταν πιο θα ήταν το επόμενο βήμα του σχήματος.

Τρία χρόνια αργότερα λοιπόν κυκλοφορούν τον τέταρτο ολοκληρωμένο δίσκο τους που φέρει ως τίτλο το όνομα της μπάντας και για πρώτη ίσως φορά δείχνουν να σταματάνε η πειραματισμοί και οι αλλαγές. Μοιάζουν να προσπαθούν να δημιουργήσουν ένα White Pony Νο 2, πράγμα ακατόρθωτο θα έλεγα. Και το “Deftones” παρά τις καλές τους στιγμές δεν κατορθώνει με τίποτα να αγγίξει το επίπεδο του προκατόχου του. Ένας δίσκος που αναμένονταν με τεράστιο ενδιαφέρον δείχνει σημάδια επανάληψης και (ίσως) έλλειψης δημιουργικότητας. Δεν είναι τυχαίο ότι στις ζωντανές τους εμφανίσει ο συγκεκριμένος δίσκος έχει το μικρότερο μερίδιο στο setlist της μπάντας.

Παρόλα αυτά το “Deftones” εμπορικά μπορεί να θεωρηθεί ως άκρος επιτυχημένη κυκλοφορία και ήταν η τρανή απόδειξη ότι όροι όπως nu metal, alternative metal κτλ, ήταν πολύ λίγοι για να χαρακτηρίσουν μία μπάντα που δεν φοβόταν να πειραματιστεί με τον ήχο της και δημιουργεί κάθε φορά δίσκους με προσωπικό ύφος και ξεχωριστό ήχο.

Το “Saturday Night Wrist” έρχεται να υποστηρίξει όλα τα παραπάνω. Ο πιο παρανοϊκός – άρρωστος ίσως δίσκος της μπάντας κυκλοφορεί το 2006 και δηλώνει για ακόμη μία φορά ότι δεν υπάρχουν συγκεκριμένοι κανόνες στην μουσική και στην πορεία ενός συγκροτήματος. Καταφέρνουν για μία ακόμη φορά να δημιουργήσουν έναν δίσκο που ενώ διατηρεί τα κύρια συστατικά της επιτυχημένης συνταγής είναι τόσο διαφορετικός. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι δηλώνει μία νέα κατεύθυνση για την μπάντα. Μία μπάντα που μοιάζει να κουράζεται από επαναλήψεις και δεν φοβάται να κινηθεί σε διαφορετικά μουσικά μονοπάτια. Ο τσαμπουκάς παραμένει αλλά οι τόνοι πέφτουν και η ατμόσφαιρα κυριαρχεί.

Το “Saturday Night Wrist” δεν αυξάνει τις πωλήσεις της μπάντας ούτε εκτοξεύει την δημοτικότητά της αλλά δηλώνει ότι οι Deftones μπορούν ακόμη να αλλάξουν την πορεία της μουσικής τους και να δημιουργήσουν εξαιρετικές συνθέσεις που φέρουν την υπογραφή τους.

Και ενώ είναι όλα έτοιμα για την κυκλοφορία του έκτου δίσκου τους (Eros) ένα ατύχημα έρχεται να αλλάξει τα δεδομένα. Ο μπασίστας της μπάντας Chi Cheng τραυματίζεται σοβαρά σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα και μένει σε κώμα. Η κατάσταση της υγείας του δεν βελτιώνεται και οι Deftones υποχρεούνται για πρώτη φορά να αλλάξουν ένα μέλος της μπάντας. Ο καινούργιος μπασίστας Sergio Vega ανακοινώνεται τον Ιανουάριο του 2009 και οι Deftones θα παίξουν για πρώτη φορά χωρίς τον Chi τον Απρίλιο της ίδια χρονιάς. Το “Eros” δεν κυκλοφορεί ποτέ και η μπάντα δηλώνει ότι αυτό δεν έχει σχέση με την κατάσταση του τέως μπασίστα και φίλου τους και ότι πρόκειται να κυκλοφορήσει κάποια στιγμή στο μέλλον.

Τα πειράματα για την μπάντα συνεχίζονται και το “Diamond Eyes” που κυκλοφορεί τον Μάιο του 2010 έρχεται να ταράξει για μία ακόμη φορά τα νερά και να ανεβάσει την εκτίμηση του κόσμου για αυτήν την τεράστια, όπως αποδεικνύεται, μπάντα. Το “Diamond Eyes” μοιάζει ως μία μικρή επιστροφή στην αγριάδα του “Around The Fur” παντρεμένο με τις νέες τάσεις που δημιούργησαν στην προηγούμενη κυκλοφορία τους. Πολύ φτωχός ορισμός είναι η αλήθεια για να περιγράψει το τεράστιο βήμα που κάνουν για μία ακόμη φορά οι Deftones. Ένα βήμα που έμελλε να ολοκληρωθεί και να αγγίξει την τελειότητα 2 χρόνια αργότερα.

Τον Νοέμβριο του 2012 κυκλοφορεί ο καλύτερος δίσκος της μπάντας (ίσως μετά το “White Pony”). Το “Koi No Yokan” συνεχίζει την δουλειά που είχαν ξεκινήσει στο “Diamond Eyes” και το αποτέλεσμα είναι πραγματικά απερίγραπτο. Ένα album που περιέχει απίστευτη δυναμική και συναίσθημα, αποδεικνύοντας περίτρανα πόσο μεγάλη μπάντα όντως είναι οι Deftones. Ένας άρτιος δίσκος που αναδεικνύει την αστείρευτη έμπνευση που διακατέχει αυτούς του ανθρώπους. Για μία ακόμη φορά δεν ακολουθούν τις επιτυχημένες συνταγές της εποχής, για μία ακόμη φορά δεν ακολουθούν επιτυχημένες συνταγές που οδήγησαν τους ίδιους στην επιτυχία στο παρελθόν. Απλά παίζουν την μουσική που τους εκφράζει την δεδομένη στιγμή και το αποτέλεσμα ξαφνιάζει ακόμη και τους πιο ένθερμους υποστηρικτές τους.

Παρόλο που οι Deftones δεν κυκλοφόρησαν ποτέ έναν κακό δίσκο δυσκολεύομαι να πιστέψω ότι κάποιος περίμενε έναν τέτοιο μεστό, ολοκληρωμένο και δημιουργικό πόνημα. Το “Koi No Yokan” φέρνει την μπάντα στο απόγειο μουσικής, στιχουργικής και συνθετική δημιουργίας και περικλείει όλα τα στοιχεία του σκληρού, εναλλακτικού και ατμοσφαιρικού ήχου με έναν μαγικό τρόπο που φέρει την υπογραφή των Deftones.

Το επόμενο βήμα παραμένει άγνωστο αλλά πλέον ξέρουμε ότι μπορούμε να περιμένουμε ακόμη κάτι καλύτερο. Καλύτερο και από αυτό που ίσως μπορούμε να φανταστούμε. Οι ίδιοι δηλώνουν ότι μετά τον θάνατο του φίλου και πρώην μπασίστα της μπάντας Chi, αυξάνονται οι πιθανότητες να κυκλοφορήσει το Eros.

Σε αυτήν την άκρως δημιουργική περίοδο για την μπάντα θα έχουμε την ευκαιρία να υποδεχτούμε αυτή την μπάντα στην χώρα μας. Φαντάζει περίεργο πως μία άκρως αγαπητή μπάντα από το ελληνικό κοινό δεν έχει εμφανιστεί στην χώρα μας όλα αυτά τα χρόνια αλλά στις 23 Ιουνίου στα πλαίσια του Heaven By The Sea Fest οι Deftones θα παίξουν για πρώτη φορά μπροστά στο ελληνικό κοινό. Είχα την τύχη και την χαρά να τους δω live το 2007 και έχοντας υπόψιν μου εκείνη την εμφάνιση θα παρότρυνα τους πάντες να παρακολουθήσουν αυτήν την μπάντα live έστω μία φορά στην ζωή τους. Αν αναλογιστούμε την άνοδο των Deftones τόσο σε συνθετικό επίπεδο αλλά και σε επίπεδο εμπειρίας και εξέλιξης μπορώ απλά να περιμένω και το κάτι παραπάνω. Μερικές μέρες έμειναν για να το διαπιστώσουμε. Cause back to school we are the leaders….

Οι Deftones είναι:
Chino Moreno – Φωνητικά, Κιθάρα
Stephen Carpenter – Κιθάρα
Abe Cunningham – Ντραμς
Frank Delgado – Πλήκτρα, samples
Sergio Vega – Μπάσο, Φωνητικά

Πρώην Μέλη
Chi Cheng – Μπάσο, Φωνητικά

Ξέρατε ότι…
Ο μύθος θέλει ένα τροχαίο ατύχημα του Carpender να επέτρεψε την αγορά του πρώτου εξοπλισμού της μπάντας μέσω την αποζημίωσης που παρέλαβε. Παρόλα αυτά οι ίδιοι το αρνούνται.
Το όνομα της μπάντας είναι συνδυασμός της slung έκφρασης -def που υποδηλώνει κάτι γαμάτο και της κατάληξης -tone που ήταν δημοφιλής ανάμεσα σε μπάντες την δεκαετία του 50.
Το κομμάτι “Engine No. 9 που βρίσκεται στον πρώτο τους δίσκο έχει διασκευαστεί από τους Korn και τους Suicide Silence
Έχει χρησιμοποιηθεί διαφορετικό ταμπούρο σε κάθε κομμάτι του Around The Fur. Δείγμα του πειραματισμού στον ήχο των Deftones από την αρχή της καριέρας τους.
Το White Pony κυκλοφόρησε στης αρχική του εκτέλεση χωρίς το κομμάτι Back Toy School (Pink Maggit) το οποίο περιέχονταν ως πρώτο μάλιστα κομμάτι στην επανακυκλοφορία του δίσκου λίγο αργότερα την ίδια χρονιά. Η μπάντα απαίτησε την ελεύθερη κυκλοφορία του κομματιού ώστε να μπορούν να το κατεβάσουν όσοι είχαν αγοράσει την αρχική έκδοση το δίσκου.
Τον Οκτώβριο του 2005 κυκλοφορούν το B-Sides & Rarities που περιέχει ακυκλοφόρητα κομμάτια και διασκευές.
Για πρώτη φορά το 2007 ηχογραφούν με παραγωγό τον Bob Ezrin αντικαθιστώντας τον μέχρι εκείνη τη στιγμή μόνιμο παραγωγό Terry Date με τον οποία συνεργάζονταν σε όλα τα προηγούμενα  άλμπουμ.
Μέλη από Korn, Slipknot, Machine Head και πολλούς άλλους είχαν κυκλοφορήσει το κομμάτι A Song For Chi με σκοπό την συγκέντρωση χρημάτων για να βοηθήσουν την ανάρρωση του τραυματία Chi Cheng.
Τρεις δίσκοι (Adrenaline, Around The Fur, White Pony) έχουν γίνει πλατινένιοι και ένας (Deftones) χρυσός.
Koi No Yokan είναι μια γιαπωνέζικη έκφραση που περιγράφει την διαίσθηση κάποιου ότι πρόκειται να ερωτευτεί ένα άνθρωπο που μόλις έχει γνωρίσει. Σε ελεύθερη μετάφραση: “Η Αγάπη Είναι Συναίσθημα”.
Ο επόμενος δίσκος αναμένεται να κυκλοφορήσει στις αρχές τις επόμενης χρονιάς.

1231

Avatar photo
About Νίκος Τόλης 183 Articles
Η ζωή του όλη συναυλίες μουσικές και πάλι πίσω. Από μικρός στα σανίδια, στα backstages και στα dj booths, μετράει πολλές σελίδες μουσικού ρεπορτάζ σε sites, zines, έντυπα και δηλώνει περήφανος συντάκτης στο Rockway από το 2011. Ύστερα από χρόνια περιπλανήσεων στην υφήλιο, διαμένει πλέον στη γενέτειρα του, συνεχίζοντας με αμείωτο ρυθμό το ταξίδι του, πάντα φυσικά μετά μουσικής.