SANCTUARY

Τα reunions συγκροτημάτων είναι αρκετά παράξενες καταστάσεις.

Ενώ για κάποιους δε θέλουμε ούτε να το σκεφτούμε, για μπάντες όπως οι Sanctuary, μάλλον είναι απάντηση σε προσευχές πολλών… Ένα συγκρότημα με όνομα μεγαλύτερο από την ιστορία του, που κατάφερε να ξεχωρίσει και να καθιερωθεί αρκετά σύντομα, αλλά δεν μπόρεσε να βγάλει την αρκετά περίεργη μουσικά, δεκαετία του 1990.

Αρχές του 1985, στο Seattle, οι κιθαρίστες Lenny Rutledge και Sean Blosl φόρμαραν τους Sanctuary. Αφού πέρασαν κάποιοι μήνες με διάφορους μουσικούς να πηγαινοέρχονται, κατέληξαν τελικά σε ένα μόνιμο line-up όταν πήγαν στην μπάντα ο μπασίστας Jim Sheppard, ο ντράμερ Dave Budmill και ο τραγουδιστής Warrel Dane, τον οποίο μάλλον “έκλεψαν” από τους Serpent’s Knights.  Βαρύτονος, με απίστευτο φωνητικό εύρος και με υπόβαθρο για τραγουδιστή όπερας, αφού είχε  παρακολουθήσει μαθήματα γι’ αυτό. Όλα αυτά σε συνδυασμό με όσους θεωρεί πρότυπα/ εμπνευστές του (Dio, Halford, Dickinson ένας κι ένας όλοι τους), απλά ο τύπος είναι φωνάρα. 

Το 1986 κυκλοφόρησαν το πρώτο τους demo, μια ανεξάρτητη παραγωγή, που άφησε αρκετά καλές εντυπώσεις. Η τύχη τους βέβαια, άνοιξε όταν γνώρισαν τον Dave Mustaine, ο οποίος και τους πήρε υπό την προστασία του. Τους βοήθησε να υπογράψουν στη CBS/ Epic Records και ανέλαβε την παραγωγή του πρώτου άλμπουμ τους “Refuge Denied” που κυκλοφόρησε το 1987.

Σε γενικές γραμμές πρόκειται για ένα αρκετά καλό δίσκο κλασικού power με κάποια στοιχεία thrash και speed, και έντονες τις επιρροές από τους Judas Priest. Καλές συνθέσεις με καλά riffs, αλλά με λίγο αμφιλεγόμενο το αποτέλεσμα σε ένα από τα πιο χαρακτηριστικά σημεία του συγκροτήματος, τα φωνητικά. Στο δίσκο υπάρχει και μια διασκευή του “White Rabbit” των Jefferson Airplane, με guest τον κύριο Mustaine.

Ακολούθησαν εκτεταμένες περιοδείες στην Ευρώπη και την Αμερική, πιθανόν κάνοντας αρκετούς να αναρωτιούνται αν τελικά το “Refuge Denied” δεν ήταν τίποτα περισσότερο από το highlight ενός ακόμα από τα πολλά συγκροτήματα που εμφανίζονταν και εξαφανίζονταν. Απλά διαψεύστηκαν.

Το 1988 η CBS έβγαλε το Interchords-Words and Music, μια συλλογή αποτελούμενη από τρία  κομμάτια των Sanctuary και των Fifth Angel από τα πρώτα άλμπουμ τους, καθώς και από κάποιες συνεντεύξεις.

Ένα χρόνο αργότερα όμως κυκλοφόρησε ο δεύτερος δίσκος τους “Into the Mirror Black”. Απλά κλασικός. Πιο σκοτεινός και πιο βαρύς από το ντεμπούτο τους, και με πολύ καλύτερη παραγωγή (μπορεί ο Mustaine να είναι γαμάτος κιθαρίστας, αλλά μάλλον ο ρόλος του παραγωγού δεν του ταίριαξε). Τα κομμάτια το ένα καλύτερο από το άλλο, solos που δείχνουν τις ικανότητες των Rutledge και Blosl, απίστευτα φωνητικά, μελωδία και δύναμη, κυριολεκτικά ο δίσκος έχει τα πάντα όλα. Ένα 90’s masterpiece.

Ακολούθησαν περιοδείες με τους Fates Warning, Forbidden και Death Angel. Εκείνο το διάστημα ο Blosl έφυγε από το συγκρότημα και αντικαταστάθηκε από τον Jeff Loomis.
Με τους Fates Warning τους είδαμε και για πρώτη φορά στην Ελλάδα τον Οκτώβριο του 1990 σε έναν κινηματογράφο “Άντζελα” κάπου στην Πατησίων, μιας και το Ρόδον ήταν κλειστό εκείνο το διάστημα. Οι σχετικά λίγοι που βρέθηκαν τότε εκεί ακόμα θυμούνται και έχουν να λένε για ένα εκπληκτικό live και από τις δύο μπάντες, το κοπάνημα που αυτό συνεπάγεται και το μαλλί του Dane (που το ζηλεύαμε ουκ ολίγοι)!

Λίγο αργότερα όμως, ξεκίνησαν τα προβλήματα για το συγκρότημα, τα οποία θα μπορούσαν εύκολα να περιγραφούν με μια λέξη: grunge. Από τη μια η εταιρεία, που πίεζε να στραφούν προς αυτή την κατεύθυνση – μην ξεχνάμε άλλωστε ότι τότε η συγκεκριμένη σκηνή του Seattle ήταν στα πάνω της – και από την άλλη εσωτερικές διαφωνίες σχετικά με το αν θα έπρεπε να κάνουν κάτι τέτοιο. Το πρώτο κεφάλαιο για τους Sanctuary έκλεισε τελικά το 1992.

Οι Dane, Sheppard και Loomis συνέχισαν τη μουσική τους πορεία φτιάχνοντας τους Nevermore, o Rutledge το’ ριξε στην παραγωγή ανοίγοντας δικό του στούντιο και ο Budmill απείχε από τη μουσική βιομηχανία. Βέβαια, πριν οι Nevermore γίνουν το όνομα που έγιναν τελικά, οι Dane και Sheppard αγόρασαν ένα εστιατόριο στο Seattle (ως πιστοποιημένοι σεφ και οι δύο), το οποίο πούλησαν όταν είδαν ότι δε γινόταν να απασχολούνται 24/7 και με τη μουσική και με το εστιατόριο.

Μετά από ένα διάλειμμα 18 ετών, το Μάιο του 2010 και ενώ οι Nevermore είχαν αρχίσει να το διαλύουν, ο Dane ανακοίνωσε την επανένωση των Sanctuary και την πρόθεσή τους να βγάλουν καινούργιο δίσκο. 

Καθόλου κακό, θα έλεγα, και με extra bonus τη δήλωσή του ότι μπορεί ακόμα να πιάσει τις ψηλές νότες της πρώτης περιόδου του συγκροτήματος, παρά το βεβαρυμμένο παρελθόν του λόγω καταχρήσεων.

Έχοντας ξεχάσει τις παλιές διαφωνίες τους όσον αφορά στη μουσική κατεύθυνση της μπάντας (πού είναι το grunge σήμερα;) οι  Dane, Sheppard, Rutledge και Budmill με τον κιθαρίστα Brad Hull (ex- Forced Entry), τον οποίο πρόσφατα αντικατέστησε ο Nick Cordle (ex-Arch Enemy και Arsis), επέστρεψαν!

Και πριν βγει το άλμπουμ, είπαν έτσι για ζέσταμα να κάνουν μια περιοδεία. Το Σεπτέμβριο του 2011 βρέθηκαν και στο Gagarin με αρκετά κέφια ώστε να ξαναγυρίσουν αρκετό κόσμο 20 χρόνια πίσω.

Το “The Year the Sun Died” κυκλοφόρησε τον Οκτώβριο του 2014. Αν και δεν είναι ακριβώς η “συνέχεια” του “Into the Mirror Black” έχει πολλά στοιχεία από τους παλιούς Sanctuary και είναι ένας πολύ καλός δίσκος. Πρόκειται για την ίδια μπάντα μια εικοσαετία αργότερα, έχοντας μεγαλώσει, ωριμάσει, εξελιχθεί και έχοντας γράψει στο ενδιάμεσο και ένα μεγάλο κεφάλαιο ονόματι Nevermore.

Αξίζει να τους δει κανείς έστω και 25 χρόνια μετά το απόγειο τους, διότι πέρα από την ιστορία που έχουν πίσω τους, η πρόσφατη κυκλοφορία τους έδειξε ότι γενικώς ακόμα το ‘χουν. Η περιοδεία για την προώθηση του “The Year the Sun Died” θα περάσει από το Eightball στη Θεσσαλονίκη και το Gagarin στην Αθήνα στις 20 και 21 Μαρτίου. 

575